Ακολουθήστε μας στο VIBER για να λαμβάνετε σε πραγματικό χρόνο τις αναρτήσεις μας.

https://invite.viber.com/?g2=AQAhvsW7isOUdlCEkVCqv7YorRka1dt%2FMmmYsdlj%2BHNRIl0RiuqqmD4CiLD5s2SY

Όποτε θέλετε μπορείτε να αποχωρίσετε (αν και δεν το θέλουμε).

Η ΒΑ ακρόπολη του Κάστρου των Ιωαννίνων Ο περιώνυμος γουλάς των Βυζαντινών

Της  Κωνσταντίνας Ζήδρου – Αρχαιολόγος

Η ΒΑ ακρόπολη του Κάστρου των Ιωαννίνων  ο περιώνυμος γουλάς των Βυζαντινών

Εικ. 1 Η κεντρική πύλη της ακρόπολης, όπως σώζεται σήμερα στον χώρο και ανάγεται στον 17ο αι.

 Το πρώτο από τα δύο βραχώδη υψώματα του Κάστρου  των Ιωαννίνων που οργανώθηκε σε ακρόπολη είναι το ΒΑ, ο περιώνυμος γουλάς των βυζαντινών, γνωστό σήμερα ως ακρόπολη Ασλάν πασά από το ομώνυμο τζαμί. Πρόκειται για το ψηλότερο σημείο της χερσονήσου, έναν υπερυψωμένο και ιδιαίτερα απόκρημνο ασβεστολιθικό βράχο στη ΒΑ γωνία της, ο οποίος περικλείεται και απομονώνεται από ξεχωριστό τείχος.

Πιο συγκεκριμένα, η ίδρυση της πόλης τοποθετείται στα τέλη του 9ου αι. αρχές 10ου αι. και εντοπίζεται στο ΝΑ ύψωμα. Ταυτόχρονα σχεδόν, οργανώνεται σε ακρόπολη το οχυρότερο ΒΑ ύψωμα. Επιπλέον, φαντάζει εύλογο, χωρίς όμως να αποδεικνύεται από τις πηγές ή τα αρχαιολογικά δεδομένα ότι τείχος, ενισχυμένο με πύργους, θα κάλυπτε την απόσταση ανάμεσα στα δυο υψώματα. Η συγκεκριμένη εικόνα θα διατηρηθεί έως τα τέλη του 11ου αι., οπότε τα Γιάννενα καταλαμβάνονται από τον Νορμανδό πρίγκιπα Βοημούνδο. Σύμφωνα με τις επιβεβαιωμένες, από τις πηγές, εργασίες που πραγματοποίησε στο κάστρο, ο Βοημούνδος ενίσχυσε το ήδη υπάρχων τείχος. Επιπρόσθετα, οργάνωσε σε ακρόπολη το ΝΑ ύψωμα. Έτσι, δημιουργήθηκε η μεσοβυζαντινή πόλη των δύο υψωμάτων. Με την έναρξη της επόμενης υστεροβυζαντινής περιόδου, που υπήρξε αφετηρία για την επέκταση της πόλης σε ολόκληρη την έκταση της χερσονήσου και την ταυτόχρονη οχύρωσή της, η ΒΑ ακρόπολη επανατειχίστηκε και πιθανώς διευρύνθηκε από τον Μιχαήλ Α΄ Κομνηνό Δούκα για να φιλοξενήσει στο εξής το ανάκτορο των Δεσποτών και γενικά τα κτήρια και τις λειτουργίες της διοίκησης. Έτσι, μετατράπηκε στο διοικητικό κέντρο της πόλης και για κάποια περίοδο ολόκληρου του Δεσποτάτου.

Εικ. 2 Η βυζαντινή πύλη της ακρόπολης με τους δύο παρακείμενους πύργους της

Η ακόλουθη περίοδος της οθωμανικής κυριαρχίας ξεκίνησε για τα Γιάννενα χωρίς συγκρούσεις, με την εθελοντική παράδοση της πόλης το 1430. Επομένως, το κάστρο, στο σύνολό του, δεν υπέστη καταστροφές ή καταλυτικές αλλοιώσεις της μορφής του. Σταθμός υπήρξε το αποτυχημένο επαναστατικό κίνημα του Διονυσίου Φιλοσόφου το 1611. Με αφορμή αυτό, πυρπολήθηκαν και κατεδαφίστηκαν όλα τα βυζαντινά δημόσια οικοδομήματα, προκειμένου να αντικατασταθούν από αντίστοιχα οθωμανικά και ως συνέπεια χάθηκαν τα ίχνη τους. Παράλληλα, εκδιώχθηκαν και οι χριστιανοί από το εσωτερικό του κάστρου. Από τις καταστροφές εξαιρέθηκε και πάλι ο βυζαντινός περίβολος, με τους πύργους και τις ακροπόλεις του, ο οποίος διατηρήθηκε ανέπαφος για να τον χαρακτηρίσει λίγα χρόνια αργότερα ο ΕβλιάΤσελεμπή ως ισχυρό και καλοφτιαγμένο αλλά τμηματικά μαυρισμένο και ραγισμένο. Την ίδια περίοδο, τα τείχη της ΒΑ ακρόπολης θα επισκευαστούν και η ίδια θα μετατραπεί, με την ίδρυση του τζαμιού, σε μουσουλμανικό θρησκευτικό κέντρο. Ο επόμενος 18ος αι. σηματοδοτεί το τέλος της μακράς πορείας του βυζαντινού κάστρου και την έναρξη της οθωμανικής φάσης, με την οποία σώζεται μέχρι σήμερα.  Πιο συγκεκριμένα, ο Αλή πασάς κατασκεύασε έναν νέο περίβολο περιμετρικά της χερσονήσου, αφού κατεδάφισε τον προϋπάρχοντα βυζαντινό και ενσωμάτωσε τα καλύτερα διατηρημένα τμήματά του στον νέο. Επιπλέον, ανοικοδόμησε το σαράι του στη ΝΑ ακρόπολη και την τείχισε ισχυρά με ανεξάρτητο τείχος, εξαφανίζοντας κάθε ίχνος των προγενέστερων περιόδων. Επιπρόσθετα, επισκεύασε τα τείχη και τα κτήρια της παράλληλης ΒΑ ακρόπολης. Τα μνημεία της συγκεκριμένης ακρόπολης υπέστησαν σημαντικές καταστροφές κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου. Σήμερα, έχουν κηρυχθεί όλα ως διατηρητέα και συντηρούνται από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων.

Εικ. 3 Άποψη του τείχους της ακρόπολης από την εσωτερική πλευρά

Αναφορικά με τη μνημειακή τοπογραφία, στο χώρο της ακρόπολης σώζεται ο περίβολος καθώς και οικοδομήματα θρησκευτικού χαρακτήρα (τζαμί Ασλάν πασά, μεντρεσές, τουρμπές Ασλάν πασά, τάφοι), τα οποία αντικατέστησαν τα αντίστοιχα βυζαντινά μετά την έξωση των χριστιανών του 1611.

Πιο συγκεκριμένα, ο περίβολος είναι σχεδόν τραπεζιόσχημος. Τα τείχη καλύπτουν ολόκληρη τη δυτική, νότια, ΒΔ και το ήμισυ της ανατολικής πλευράς. Έχουν ύψος περίπου 5μ. και πλάτος 0,50μ. – 1μ. Είναι κτισμένα με αργολιθοδομη και τη χρήση ασβεστοκονιάματος ως συνδετικού υλικού. Το υπόλοιπο τμήμα εμφανίζεται φυσικά οχυρό. Ο περίβολος, στο σύνολό του, χρονολογικά ανάγεται στον 17ο αι., όπως και η πλειονότητα των οικοδομημάτων της ακρόπολης, έχοντας όμως υποστεί και αρκετές μεταγενέστερες επισκευές. Ο ρόλος του δεν ήταν αμυντικός. Απλώς περιέκλειε τα θρησκευτικά κτήρια, διαχωρίζοντας τα από τον αστικό ιστό και δίνοντας τους τη μορφή ενός περίκλειστου μοναστηριού. Επιπλέον, στον περίβολο σώζονται ενσωματωμένα και τρία τμήματα τείχους τα οποία μπορούν να αναχθούν στον 13ο αι., σύμφωνα με τις ομοιότητες στην κατασκευή με τα τείχη του εξωτερικού περιβόλου, η οποία συνίσταται σε αργολιθοδομή με άφθονα στους αρμούς πλινθία.

Δυο πύλες εξασφαλίζουν την επικοινωνία. Η πρώτη και κύρια, στο μέσο της δυτικής πλευράς, θα πρέπει να χρονολογηθεί στον 17ο αι. Αντίθετα, η μικρότερη, στο μέσο της νότιας πλευράς, πλαισιωμένη από δυο ερειπωμένους πύργους, λειτουργούσε ως η κεντρική πύλη του γουλά των βυζαντινών, αντικρίζοντας την παράλληλη ΝΑ ακρόπολη και ως βοηθητική κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας.

Εικ. 4 Άποψη της δυτικής πλευράς του Ασλάν τζαμιού από τη βάση του, όπου υπήρχαν οι κρήνες για τους τελετουργικούς καθαρμούς

Εκτός από τα τμήματα των τειχών και την πύλη, την εικόνα της βυζαντινής ακρόπολης συμπληρώνουν και 3 πύργοι τμηματικά σωζόμενοι. Ο πρώτος, στη ΝΔ γωνία, είναι κυκλικός, διώροφος, κατασκευασμένος με αργολιθοδομή, με λίθους μετρίων διαστάσεων και μεγαλύτερους στη βάση αλλά και ασβεστοκονίαμα ως συνδετικό υλικό, όπως και διάσπαρτα στους αρμούς πλινθία. Διασώζει τις χαρακτηριστικές τοξοθυρίδες και μπορεί να αναχθεί στον 13ο αι. Πιθανώς,  κατασκευάστηκε από τον Μιχαήλ Α΄ Κομνηνό Δούκα για να ενισχύσει την ακρόπολη και να αποτελέσει το ψηλότερο παρατηρητήριο της πόλης. Οπωσδήποτε, επισκευαζόταν και συντηρούνταν καθ’ όλη τη βυζαντινή περίοδο, ενώ μετά τον 17ο αι. και την εγκατάσταση των Οθωμανών στο κάστρο χρησιμοποιήθηκε ως βοηθητικός – αποθηκευτικό χώρος για να εγκαταλειφθεί οριστικά στα τέλη του 18ου αι. Οι δύο άλλοι πύργοι πλαισιώνουν τη βυζαντινή πύλη και σώζονται τμηματικά. Εσωτερικά, ο ένας έχει σχήμα τριγωνικό και ο έτερος τετράπλευρο. Εξωτερικά, διαφαίνονται και οι δυο ως τετράπλευροι. Η κατασκευή τους εμφανίζεται όμοια με την αντίστοιχη του παραπάνω πύργου. Ωστόσο, στα μέτωπα, τα πλινθία πληθαίνουν σημαντικά, ενώ εμφανίζονται περισσότερο επιμελημένα στους κατακόρυφους αρμούς. Μάλιστα, τμηματικά, στο μέτωπο του δυτικού πύργου, απαντά και το ψευδοισόδομο σύστημα. Με βάση την τειχοδομία και τη θέση τους, οι δυο πύργοι θα πρέπει να κατασκευάστηκαν στον 13ο αι. για την προστασία της πύλης. Αντίστοιχα, τα επιμελημένα μέτωπα ανήκουν σε μεταγενέστερες επισκευές και ενισχύσεις κατά τη βυζαντινή περίοδο, χωρίς όμως να μπορούν να προσδιοριστούν με ακρίβεια. Βέβαια, όλα τα βυζαντινά τμήματα έχουν υποστεί πολυάριθμες επισκευές και ποικίλες επεμβάσεις, οι οποίες συχνά έχουν αλλοιώσει καταλυτικά τη μορφή τους ή τουλάχιστον την έχουν διαφοροποιήσει σημαντικά.

Εικ. 5 Επιτύμβιες στήλες στα αραβικά, όπως εκτίθενται σήμερα στον χώρο

Τέλος, στο εσωτερικό της ακρόπολης σώζονται ποικίλα οικοδομήματα, θρησκευτικού κυρίως χαρακτήρα, τα οποία αντικατέστησαν τα αντίστοιχα βυζαντινά, σταδιακά, μετά την έξωση των χριστιανών από το κάστρο. Εξέχουσα θέση ανάμεσα τους κατέχει το τζαμί του Ασλάν πασά, το σημαντικότερο τζαμί της πόλης, ιδρυμένο το 1618 από τον ομώνυμο πασά, σύμφωνα με επιγραφή, το οποίο από το 1924 στεγάζει το Δημοτικό Μουσείο. Τα υπόλοιπα κτήρια (εστία, μεντρεσές, τουρμπές Ασλάν) ανάγονται στο σύνολό τους στον 17ο αι. Διαγράφουν  ξεκάθαρα την εικόνα του θρησκευτικού κέντρου που λειτουργούσε στον χώρο και προσφέρουν μια σαφή εικόνα των οικοδομημάτων αυτού του τύπου.