Μύθοι & Αλήθειες: Περί Αργεντινής
@ Η ζωή των πρώτων γκαούτσος έχει παραβληθεί με τη ζωή των Βεδουίνων ή των Τατάρων. Όταν είχε μαζί του μια σύζυγο ή συντρόφισσα (κλεμμένη συχνά από το γειτονικό οικισμό) ο γκαούτσο έκτιζε συνήθως ένα λασποκάλυβο με αχυρένια στέγη για καταφύγιο τους. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι γκάουτσος το περνούσαν ως νομάδες. Οπλισμένοι με ένα μακρύ σκοινί και ένα μεγάλο μαχαίρι κατόρθωναν να συλλαμβάνουν και να εξημερώνουν άλογα. Τα περιπλανώμενα κοπάδια του παρείχαν άφθονο κρέας που το έψηνε στο ύπαιθρο. Το κρέας ήταν κατ΄ ουσίαν η μοναδική τροφή και συχνά τρωγόταν δίχως ψωμί και αλάτι.
@ Σε όλη την απεραντοσύνη της Πάμπας η μοναδική εστία κοινωνικής ζωής ήταν η Πουλπερία ένας συνδυασμός ταβέρνας και εμπορικού. Ο καταστηματάρχης κατά κανόνα Ισπανός ή Ιταλός εφοδίαζε τον Γκάουτσο με όλα τα χρειαζούμενα: μαχαίρια, σπιρούνια, υφάσματα, παιγνιόχαρτα, κρασιά και κάνια, ένα ποτό από ζυμωμένα δημητριακά. Για να προστατευθεί από την ενδεχόμενη οργή των θερμόαιμων πελατών του ο ιδιοκτήτης τους εξυπηρετούσε συχνά πίσω από ένα ισχυρό σιδερένιο κιγκλίδωμα.
@ Οι Αργεντινοί καταναλίσκουν τεράστιες ποσότητες βοδινού κρέατος και μια από τις ευνοούμενες τέρψεις τους είναι η παρασκευή του ασάδο (ψήσιμο στη σχάρα). Συχνά οι οικογένειες και φίλοι σμίγουν για να ετοιμάσουν και να απολαύσουν ένα νοστιμότατο έδεσμα κατά τον τρόπο των παλιών γκάουτσος. Οι υπαίθριες φωτιές ανάβονται και τα πλευρά του βοδιού τοποθετούνται σε σούβλες και σιγοψήνονται. Το ματέ, ένα αφέψημα από διάφορα βότανα, το αγαπημένο ρόφημα του γκαούτσο, συχνά προηγείται του γεύματος και το συνοδεύει.
@Το πιο γνωστό δώρο της Αργεντινής στον κόσμο της λαϊκής μουσικής είναι το τάγκο. Γεννημένη στα τέλη του 19ου αιώνα στα προάστια του Μπουένους Άιρες η μουσική αυτή που στην αρχή παιζόταν δίχως λόγια (οργανική) έγινε η συνοδεία ενός χαρακτηριστικού χορού. Επειδή συνάντησε την αντίσταση (“ευπρεπών κύκλων”) που τον έκριναν ανήθικο, ο χορός διαδόθηκε αρχικά μόνο στις κατώτερες τάξεις σε κέντρα όπου δεν σύχναζαν οι μορφωμένοι και οι αριστοκράτες της πόλεως. Αλλά σιγά – σιγά επιβλήθηκε σε όλο το λαό. Το τελευταίο βήμα προς την πλήρη αποδοχή ήταν η τεράστια δημοτικότητα που απέκτησε στο Παρίσι στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα. Σε λίγο τα ταγκό απέκτησαν λόγια και έγιναν τραγούδια που εκτελούνταν στα καλύτερα καμπαρέ και θέατρα της χώρας. Το ταγκό εκφράζει μια νοσταλγική μελαγχολία και συναισθηματικότητα. Η γοητεία του ξεπέρασε τις ακτές της γενέτειρας του. Ταγκό παίζονται τραγουδιούνται και χορεύονται σε κάθε χώρα του δυτικού κόσμου ακόμα και στην Ιαπωνία αργεντίνικες ορχήστρες ταγκό και τραγουδιστές ενθουσιάζουν τα πλήθη.
Βελλιανίτης