Σκέψεις και προτάσεις με αφορμή τον σχεδιασμό δράσεων για την 200η επέτειο της έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης
Του Σπύρου Σκλαβενίτη – (Προϊστάμενος ΓΑΚ Πρέβεζας /Διδάκτορας Ιστορίας Ιονίου Πανεπιστημίου)
Την Τετάρτη 15 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε συνεδρίαση της Επιτροπής Διαβούλευσης του Δήμου Πρέβεζας με θέμα «Δράσεις για τον εορτασμό των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης». Στη συνεδρίαση είχαν προσκληθεί και συμμετείχαν φορείς, ανάμεσά τους και η υπηρεσία των ΓΑΚ (Γενικών Αρχείων του Κράτους) Πρέβεζας η οποία κατέθεσε αναλυτικό υπόμνημα προτάσεων και εκπροσωπήθηκε από τον υπογράφοντα.
Αφού ευχαριστήσω τον Δήμο Πρέβεζας για την ευκαιρία που έδωσε στα ΓΑΚ Πρέβεζας και σε μένα προσωπικά να καταθέσουμε θεσμικά τις προτάσεις μας, κρίνω σκόπιμο να δώσω στη δημοσιότητα το εν λόγω υπόμνημα, εμπλουτισμένο βέβαια με σκέψεις που προέκυψαν κατά τη διαδικασία της διαβούλευσης. Πιστεύω ότι με τον τρόπο αυτό υπηρετείται η καλύτερη ενημέρωση αλλά και η ευαισθητοποίηση της τοπικής κοινωνίας η οποία δεν θα πρέπει να μείνει αμέτοχη στη διαδικασία σχεδιασμού και υλοποίησης του εορτασμού της εθνικής επετείου της Ελληνικής Επανάστασης, μιας από τις σημαντικότερες τομές της ιστορίας του Ελληνισμού.
Εξάλλου, με τη δημοσίευση των προτάσεων αυτών σκοπεύω να απευθυνθώ όχι μόνο στους φορείς και την κοινωνία του Δήμου Πρέβεζας αλλά και στους φορείς και δημότες των Δήμων Ζηρού και Πάργας, καθώς οι ιστορικές σχέσεις και συνδέσεις μεταξύ των επιμέρους περιοχών του νομού Πρέβεζας μας υποδεικνύουν ότι πέρα από τις τοπικές πρωτοβουλίες, σε επίπεδο κάθε Δήμου, πρέπει να υπάρξουν και κοινές δράσεις από τους τρεις Δήμους ή δράσεις που θα αναλάβει η Περιφερειακή Ενότητα Πρέβεζας. Άλλωστε, η αρμοδιότητα και το ενδιαφέρον της υπηρεσίας μας επεκτείνεται στα όρια και των τριών Δήμων και είναι μια μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί στο σύνολο της η ιστορία του νομού Πρέβεζας. Οι περισσότερες σκέψεις και προτάσεις που ακολουθούν μπορούν να έχουν εφαρμογή και σε επίπεδο κάθε δήμου αλλά και σε επίπεδο νομού.
Η πρόσκληση για επετειακές δράσεις για την Ελληνική Επανάσταση του 1821 μας θέτει ένα θεμελιώδες ερώτημα, που πρέπει να απαντηθεί, πριν προχωρήσουμε σε οποιονδήποτε σχεδιασμό: Έχουμε άραγε πλήρη γνώση για τα γεγονότα και τη δράση των προσώπων που σχετίζονται με την περιοχή μας κατά την περίοδο της Επανάστασης;
Κατά την άποψή μου, η υπάρχουσα τοπική βιβλιογραφία δεν έχει καλύψει πλήρως την παραπάνω περίοδο. Αν ανατρέξουμε στη θεματολογία των «Πρεβεζάνικων Χρονικών», του τοπικού περιοδικού στο οποίο εδώ και 40 χρόνια δημοσιεύονται οι βασικότερες μελέτες για την ιστορία της περιοχής μας, θα διαπιστώσουμε ότι τα τελευταία άρθρα που σχετίζονταν με την Επανάσταση δημοσιεύτηκαν το 1996. Ενδεικτικό είναι επίσης το γεγονός ότι ενώ η Ακαδημία Αθηνών εξέδωσε την ίδια ακριβώς χρονιά δύο ογκώδεις τόμους με τις αναφορές του Άγγλου Προξένου στην Πρέβεζα κατά την περίοδο 1819-1822, το έργο αυτό χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα στην τοπική ιστοριογραφική παραγωγή, παρά την πληθώρα πληροφοριών που περιλαμβάνει. Σημειωτέον ότι οι πληροφορίες αυτές δεν αφορούν μόνο στην πόλη της Πρέβεζας αλλά τόσο στην ευρύτερη περιοχή όσο και σε πιο απομακρυσμένες, που ξεπερνούν τα όρια της Ηπείρου.
Οι επισημάνσεις αυτές γίνονται για να καταδειχθεί αφενός μεν η ερευνητική ένδεια, τουλάχιστον την τελευταία 25ετία, πάνω στη συγκεκριμένη θεματική, αφετέρου δε, το γεγονός ότι το διάστημα αυτό δεν εμφανίστηκαν νέοι ερευνητές για να ασχοληθούν με το ζήτημα. Διευκρινίζεται ότι ο όρος «νέος ερευνητής» δεν χρησιμοποιείται εδώ μόνο με την ηλικιακή διάσταση που προσδίδει ο επιθετικός προσδιορισμός, αλλά και με την έννοια του εμπλουτισμού του ήδη υπάρχοντος ερευνητικού κοινού μιας θεματικής με ερευνητές που μέχρι πρότινος δεν ασχολούνταν με το συγκεκριμένο αντικείμενο.
Επομένως, απαιτείται ιστορική έρευνα προκειμένου να αναδειχθούν άγνωστες μέχρι τώρα πτυχές της ιστορίας της περιοχής μας. Τώρα μάλιστα, επ’ ευκαιρία των επετειακών εκδηλώσεων, διαμορφώνεται μια ευνοϊκή συγκυρία για την προώθηση τέτοιων ερευνητικών προσπαθειών, δεδομένου του διευρυμένου ενδιαφέροντος, σε επίπεδο θεσμών και ελληνικής κοινωνίας, για την Επανάσταση του 1821. Ωστόσο υπάρχουν τρεις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή αυτής της έρευνας.
Η πρώτη και κυριότερη είναι να υπάρξουν ερευνητές, με τα κατάλληλα επιστημονικά εφόδια, που θα αναλάβουν αυτό το επίπονο όπως θα αποδειχθεί έργο. Η ύπαρξή τους δεν πρέπει να θεωρείται αυτονόητη.
Κάνοντας λόγο για ερευνητές, μπορούμε να διακρίνουμε τις ακόλουθες κατηγορίες, ταξινομώντας τους ερευνητές όχι ποιοτικά ή ιεραρχικά αλλά με βάση την επιστημονική και επαγγελματική σχέση τους με την Ιστορία ως γνωστικό αντικείμενο. Πρώτον, μέλη της ακαδημαϊκής ή ερευνητικής κοινότητας (προσωπικό Πανεπιστημίων και Ερευνητικών Κέντρων) οι οποίοι στο πλαίσιο της κύριας επαγγελματικής τους απασχόλησης πραγματοποιούν ιστορική έρευνα. Δεύτερον, υποψήφιους διδάκτορες ή μεταπτυχιακούς φοιτητές ΑΕΙ οι οποίοι στο πλαίσιο της συνέχισης των σπουδών τους πρέπει να πραγματοποιήσουν έρευνα η οποία θα οδηγήσει στη συγγραφή διπλωματικής εργασίας ή διδακτορικής διατριβής. Τρίτον, ανεξάρτητους ερευνητές με επιστημονική κατάρτιση στην ιστορία ή συναφείς επιστήμες, ενίοτε δε, και με σπουδές μεταπτυχιακού ή διδακτορικού επιπέδου, οι οποίοι, πέρα από την κύρια επαγγελματική τους απασχόληση, συνεχίζουν την έρευνά τους. Τέλος, υπάρχει και μια σειρά ερευνητών με πανεπιστημιακές σπουδές σε άλλους επιστημονικούς κλάδους αλλά όχι στην ιστορία οι οποίοι ασχολούνται και με την ιστορική έρευνα, συνήθως παρακινημένοι από την αγάπη τους ή το ενδιαφέρον τους για την Ιστορία ή μια ιδιαίτερη περιοχή (π.χ. Πρέβεζα), περίοδο (π.χ. βενετοκρατία) ή θεματική (π.χ. στρατιωτική ιστορία). Το προϊόν της έρευνας τέτοιων ερευνητών διαθέτει πολλές φορές ποιοτικά χαρακτηριστικά που το καθιστούν εφάμιλλο με εκείνο των «επαγγελματιών» ιστορικών. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι ο αριθμός τους είναι συνήθως περιορισμένος, όπως είναι και τα πεδία έρευνας που υπηρετούν.
Η παραπάνω διάκριση γίνεται για να καταδειχθεί το εξής. Η τοπική ιστορία συγκεκριμένων περιοχών της πατρίδας μας, και ιδιαίτερα εκείνων που δεν φιλοξενούν ακαδημαϊκές ή ερευνητικές δομές σχετικές με την Ιστορία (δηλαδή πανεπιστημιακά τμήματα και ερευνητικά κέντρα αντίστοιχα), όπως η περιοχή μας δηλαδή, υπηρετείται κυρίως και συστηματικότερα από τους ερευνητές που ανήκουν στην τελευταία κατηγορία, ή από ερευνητές των τριών πρώτων κατηγοριών που έχουν κάποια σύνδεση με την περιοχή (είτε κατάγονται από αυτήν, είτε ζουν και δραστηριοποιούνται σε αυτήν). Η εμπειρία έχει δείξει ότι η περιοχή μας υστερεί αριθμητικά σε ερευνητές που ασχολούνται με αυτήν. Απαιτείται λοιπόν η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προσέλκυση ερευνητών στη μελέτη της ιστορίας της περιοχής μας. Το κέντρο βάρος μιας τέτοιας προσπάθειας πρέπει να πέσει στην προσέλκυση νέων ερευνητών, και ει δυνατόν ερευνητών που δεν έχουν ολοκληρώσει ακόμα τις μεταπτυχιακές σπουδές τους, καθώς αυτοί θα μπορούσαν να αναλάβουν την εκπόνηση μεταπτυχιακών ή διδακτορικών εργασιών σχετικά με την περιοχή μας, γεγονός που εγγυάται ότι και στη μελλοντική τους ερευνητική πορεία θα συνεχίσουν να ασχολούνται (και) με αυτήν τη θεματική.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι οι ερευνητικοί προσανατολισμοί των ερευνητών εξαρτώνται από ποικίλους παράγοντες όπως τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα ή στρατηγικές (πχ ενασχόληση με ένα αντικείμενο με στόχο τη συμμετοχή σε κάποιο συνέδριο, κάποια δημοσίευση, την απόκτηση κάποιας θέσης κλπ). Σε μια συγκυρία λοιπόν που πολλοί φορείς πανελλαδικά και τοπικά θα προγραμματίσουν δράσεις σχετικά με την Επανάσταση, τίθεται για τους ερευνητές το ζήτημα της επιλογής της θεματολογίας τους. Αν ως φορείς και ως κοινωνία μας ενδιαφέρει η προσέλκυση ερευνητών για την ιστορία της Πρέβεζας και δη για τη συγκεκριμένη περίοδο, πρέπει να ακολουθήσουμε συγκεκριμένες πολιτικές, όπως η παροχή υποτροφιών ή η προκήρυξη διαγωνισμού συγγραφής ιστορικού δοκιμίου σχετικά με την Ελληνική Επανάσταση, με έμφαση σε γεγονότα και πρόσωπα που συνδέονται με την ευρύτερη περιοχή μας.
Θυμίζουμε εδώ ότι σε αυτήν την κατεύθυνση έχει κινηθεί η υπηρεσία μας σε συνεργασία με το «Ίδρυμα Ακτία Νικόπολις» που με τους δύο διαγωνισμούς συγγραφής ιστορικού δοκιμίου που διοργάνωσαν, κατάφεραν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον αρκετών νέων ερευνητών, 10 από τους οποίους τελικά κατάθεσαν ερευνητικές εργασίες για την περιοχή μας. Μέσα σε αυτούς υπήρχαν και επιστήμονες που κατάγονται από περιοχές του νομού μας. Θεωρώ ότι το δυναμικό αυτό πρέπει να αξιοποιηθεί και να ενισχυθεί.
Εξάλλου η περιοχή μας μπορεί να υπερηφανεύεται για τη μεγάλη παράδοσή της στο φαινόμενο του ευεργετισμού, έχοντας να επιδείξει δεκάδες δωρητές και ευεργέτες, μια πρακτική που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να ενισχύσει την έρευνα και την έκδοση των αποτελεσμάτων της.
Θα κλείσω τη σχετική ενότητα με μια επισήμανση, δύσκολα κατανοητή για όποιους δεν ασχολούνται με την έρευνα, αλλά υπαρκτή ως πραγματικότητα. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η επιστημονική έρευνα αποτελεί επίπονο έργο, ενίοτε δε, συνοδεύεται από κόστη που επωμίζεται ο ίδιος ο ερευνητής (αγορές βιβλίων, μετακινήσεις εκτός έδρας για μελέτη σε βιβλιοθήκες/αρχεία κλπ). Κυρίως όμως είναι μια χρονοβόρα διαδικασία, που απαιτεί αφοσίωση και πολύωρη απασχόληση καθημερινά, εις βάρος επαγγελματικών υποχρεώσεων, όταν η έρευνα δεν αποτελεί την κύρια πηγή βιοπορισμού του ερευνητή. Επομένως, η υλική ενίσχυση της έρευνας θα άρει εμπόδια και θα δώσει ώθηση σε ερευνητές οι οποίοι θα δράσουν με τον απαιτούμενο επαγγελματισμό που απαιτεί η περίσταση.
Οι δύο επόμενες απαραίτητες προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή της έρευνας σχετίζονται με την ουσία κάθε ερευνητικής αναζήτησης: πρώτον, την όσο το δυνατόν καλύτερη βιβλιογραφική ενημέρωση των ερευνητών και δεύτερον την πρόσβαση σε αρχειακές πηγές, προκειμένου να αξιοποιηθούν άγνωστες μέχρι τώρα πρωτότυπες πήγες της εποχής της Επανάστασης.
Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ντόπιοι ερευνητές, σε αντίθεση με εκείνους που βρίσκονται σε πόλεις που διαθέτουν μεγάλες και ενημερωμένες βιβλιοθήκες, είναι η πρόσβαση τους στην απαραίτητη βιβλιογραφία που θα υποστηρίξει την έρευνά τους, εν προκειμένω, σε βιβλιογραφία σχετική με την Ελληνική Επανάσταση.
Αντίστοιχα, οι ερευνητές που δεν βρίσκονται στην περιοχή μας, μπορεί να έχουν πρόσβαση σε πληρέστερη βιβλιογραφία, ωστόσο και αυτοί από την πλευρά τους αντιμετωπίζουν πρόβλημα στον εντοπισμό ειδικότερων έργων τοπικής ιστοριογραφίας, δηλαδή έργων που αφορούν αποκλειστικά μια περιοχή, εν προκειμένω τη δική μας.
Για να υπάρξει βιβλιογραφική ενημέρωση των ερευνητών απαιτείται μια καλά ενημερωμένη βιβλιοθήκη στην περιοχή μας, τόσο με παλαιότερες εκδόσεις που αποτελούν «εκ των ων ουκ άνευ» για την περίοδο της Επανάστασης όσο και με πρόσφατα εκδοθέντα έργα. Επίσης, πρέπει να συγκεντρωθούν όλες οι ειδικές μελέτες τοπικού ενδιαφέροντος.
Στην κατεύθυνση αυτή θα μπορούσε να γίνει μια προσπάθεια εμπλουτισμού των υπαρχουσών Βιβλιοθηκών με τα απαραίτητα έργα. Η πρόσκτησή τους θα μπορούσε να επιτευχθεί είτε μέσω της δωρεάν διάθεσής τους από τους δημόσιους φορείς που τα εξέδωσαν (πχ Ακαδημία Αθηνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Ίδρυμα της Βουλής), ενδεχομένως και με τη μεσολάβηση της Επιτροπής 2021, είτε μέσω της αγοράς συγκεκριμένων τίτλων. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι για να υπάρξει ανάπτυξη της ιστορικής έρευνας στην περιοχή μας θα πρέπει να δημιουργηθεί μια καλά ενημερωμένη Ιστορική Βιβλιοθήκη. Στην κατεύθυνση αυτή, και έχοντας υπόψη ότι η στοχοθεσία της Επιτροπής 2021 αφορά και στην χάραξη στρατηγικών για το μέλλον, θα ήταν δυνατόν να σχεδιαστούν και να εξεταστούν τρόποι συνεργασιών μεταξύ των φορέων που διατηρούν συλλογές βιβλίων.
Αυτή η Ιστορική Βιβλιοθήκη και οι συνεργασίες που απαιτούνται για την υλοποίησή της, θα κληθεί να αναλάβει μια διπλή αποστολή. Πρώτον, να υποβοηθήσει την έρευνα των ντόπιων ερευνητών παρέχοντας τους την απαραίτητη βιβλιογραφία για την πραγματοποίηση της έρευνάς τους. Και δεύτερον, να λειτουργήσει εξωστρεφώς, προκειμένου να δώσει σε ερευνητές εκτός των ορίων του νομού απομακρυσμένη πρόσβαση σε δυσεύρετη τοπική βιβλιογραφία, δηλαδή σε τοπικές εκδόσεις που συνήθως δεν εντοπίζονται σε κεντρικές βιβλιοθήκες πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων. Η εξωστρέφεια αυτή μπορεί να επιτευχθεί με ψηφιοποιήσεις εκδόσεων, αφού πρώτα ρυθμιστούν ζητήματα σχετικά με τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών ή εκδοτών. Οι ψηφιοποιήσεις αυτές θα μπορούσαν να συγκροτήσουν μια Ψηφιακή Βιβλιοθήκη, προσβάσιμη από κάθε ενδιαφερόμενο. Οι τεχνικές και νομικές λεπτομέρειες του εγχειρήματος θα μπορούσαν να εξεταστούν με τη βοήθεια ειδικών και δεν είναι της παρούσας να αναλυθούν.
Θα περάσω τώρα στο κεφάλαιο σχετικά με την αρχειακή έρευνα στις πρωτότυπες πήγες της εποχής της Επανάστασης. Δυστυχώς, πρέπει να επισημανθεί ότι αυτές σπανίζουν στην Πρέβεζα και συγκεκριμένα στην υπηρεσία μας, που αποτελεί τον Δημόσιο Φορέα διαφύλαξης αρχείων στο νομό. Το ίδιο ισχύει και για άλλους φορείς της περιοχής μας όπου φυλάσσονται αρχεία. Υπάρχουν βέβαια κάποιες μικρές συλλογές σε ιδιώτες. Εδώ τίθεται το ηθικό χρέος τους να συνεργαστούν με τα ΓΑΚ Πρέβεζας για την ψηφιοποίηση και ανάδειξή των αρχείων αυτών αλλά και για την αξιοποίηση των πληροφοριών τους για την καλύτερη τεκμηρίωση της ιστορίας του τόπου. Με την ευκαιρία αυτής της δημοσίευσης, τους απευθύνω έκκληση για μια τέτοια συνεργασία.
Πάντως, είναι γεγονός ότι πληθώρα πηγών βρίσκονται εκτός νομού. Για να επιτευχθεί η αξιοποίησή τους, το υλικό αυτό πρέπει να τεθεί στη διάθεση των ερευνητών, κυρίως μέσω της ψηφιοποίησής του, στις περιπτώσεις που αυτό δεν είναι ήδη ψηφιοποιημένο. Η πρόσβαση σε αρχειακό υλικό θα δώσει στους ενδιαφερόμενους ερευνητές τη δυνατότητα συνθετικών μελετών. Παρακάτω παραθέτω ενδεικτικά κάποιες αρχειακές πηγές που σχετίζονται με την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης και την περιοχή μας.
Καταρχάς, στην Κεντρική Υπηρεσία των ΓΑΚ στην Αθήνα απόκεινται σημαντικές αρχειακές σειρές για την Επανάσταση. Ευτυχώς το μεγαλύτερο μέρος του υλικού αυτού έχει ψηφιοποιηθεί και είναι πλέον προσβάσιμο στον καθένα. Υπάρχουν όμως και μεμονωμένα τεκμήρια ή μικρότερες αρχειακές συλλογές σχετικές με την περιοχή μας που δεν έχουν ψηφιοποιηθεί, όπως το κατάστιχο αλληλογραφίας του αυστριακού υποπροξενείου στην Πρέβεζα που καλύπτει την περίοδο 1826-1832 ή συλλογή ηπειρωτικών εγγράφων (που προέρχονται κυρίως από την Πρέβεζα και την Πάργα) περιόδου μέχρι το 1829.
Σημαντικό αρχειακό υλικό όμως υπάρχει και στο εξωτερικό όπως για παράδειγμα στα βρετανικά και στα γαλλικά αρχεία καθώς η πόλη της Πρέβεζας αποτελούσε έδρα των αντίστοιχων προξένων κατά την περίοδο της Επανάστασης. Ήδη έγινε αναφορά παραπάνω στην αλληλογραφία του Άγγλου προξένου που καλύπτει όλη την επαναστατική περίοδο και ένα μικρό μέρος της έχει ήδη εκδοθεί. Αντίστοιχα, σώζεται η αλληλογραφία του γαλλικού προξενείου για την περίοδο 1812-1825. Από το υλικό αυτό, εκείνο που απόκειται στα αγγλικά αρχεία έχει φωτογραφηθεί σε μικροφίλμ από την Ακαδημία Αθηνών, ενώ το αντίστοιχο γαλλικό δεν έχει ψηφιοποιηθεί.
Επίσης, ειδικά για την Πάργα, σημαντικό υλικό για τη δράση των Παργινών κατά την Επανάσταση βρίσκεται στα ΓΑΚ Κέρκυρας, όπου άλλωστε απόκειται και το προ του 1819 αρχείο της Πάργας, Το αρχείο αυτό δεν έχει ψηφιοποιηθεί.
Τέλος, όπως σωστά επισημάνθηκε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής Διαβούλευσης, μια εκτεταμένη έρευνα στα τουρκικά αρχεία θα απέδιδε τον εντοπισμό σημαντικών στοιχείων τοπικού ενδιαφέροντος. Βέβαια, εδώ τίθεται το ζήτημα της μελέτης αυτών των στοιχείων, για την οποία χρειάζονται εξειδικευμένοι ερευνητές με γνώση οθωμανικής παλαιογραφίας και τουρκικής γλώσσας, αποδεικνύοντας πόσο σημαντική είναι η πρώτη προϋπόθεση που έθεσα, δηλαδή η δραστηριοποίηση ερευνητών με ειδικές γνώσεις οι οποίοι θα παροτρυνθούν να ασχοληθούν με την ιστορία της περιοχής μας.
Από τα όσα εκτέθηκαν παραπάνω προκύπτει αβίαστα η αναγκαιότητα μιας πρωτοβουλίας ψηφιοποίησης αρχειακών τεκμηρίων που αφορούν την περιοχή μας και βρίσκονται είτε σε ελληνικά αρχεία εκτός Πρέβεζας είτε σε αρχεία στο εξωτερικό. Το έργο αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει πρόταση των τοπικών φορέων στην πανελλήνια Επιτροπή που έχει αναλάβει το συντονισμό δράσεων για το 2021.
Για το ήδη φωτογραφημένο υλικό των βρετανικών αρχείων, θα πρέπει να υπάρξει επιλογή μιας εκ των δύο παρακάτω εναλλακτικών: είτε να προταθεί εκ νέου η ψηφιοποίησή του, προκειμένου το αντίγραφο να τεθεί στη διάθεση των ερευνητών, είτε να προταθεί η μελέτη του από κάποια ερευνητική ομάδα. Δεδομένου του γεγονότος ότι κατά το παρελθόν μέρος του σχετικού υλικού είχε αξιοποιηθεί από το «Κέντρον Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού» της Ακαδημίας Αθηνών, οι τοπικοί φορείς θα μπορούσαν να διερευνήσουν τις δυνατότητες μιας απευθείας συνεργασίας με το εν λόγω ερευνητικό Κέντρο με τελικό αντικείμενο μια επιστημονική έκδοση. Θεωρώ ότι η δεύτερη επιλογή είναι η πιο συμφέρουσα. Ωστόσο, αν δεν επιτευχθεί μια τέτοια συνεργασία με το συγκεκριμένο ερευνητικό κέντρο, θα πρέπει να επιδιωχθεί η αξιοποίηση του υλικού από κάποια άλλη ερευνητική ομάδα.
Είναι αυτονόητο ότι το προϊόν των προηγούμενων δράσεων πρέπει να είναι και οι αντίστοιχες εκδόσεις επιστημονικών έργων. Επειδή όμως στόχος της οποιασδήποτε έρευνας θα πρέπει να είναι η όσο το δυνατόν ευρύτερη διάδοση των αποτελεσμάτων της στο ευρύ κοινό και όχι μόνο στην επιστημονική κοινότητα, προτείνουμε και την διοργάνωση μιας έκθεσης αρχειακού υλικού η οποία βασισμένη στα πορίσματα της έρευνας θα δίνει με ευσύνοπτο και παραστατικό τρόπο τα κυριότερα στοιχεία της περιόδου της Επανάστασης αλλά και της μετέπειτα πορείας του Ελληνικού Κράτους, ενώ έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην σύνδεση της περιοχής με την Επανάσταση, στις δύο διακριτές περιόδους πριν και μετά την απελευθέρωση του νομού Πρέβεζας. Η δράση αυτή εναρμονίζεται και με τον στόχο της Επιτροπής 2021 «Η Ελλάδα στην πορεία των 200 χρόνων». Σημειώνεται μάλιστα ότι αντίστοιχη δράση είχε υλοποιηθεί και με αφορμή τα 100 χρόνια από την απελευθέρωση της πόλης της Πρέβεζας, οπότε μπορεί να αξιοποιηθεί η υπάρχουσα εμπειρία.
Η πρακτική των εκθέσεων μπορεί να υιοθετηθεί και για πιο συγκεκριμένη θεματολογία, όπως για τη θυσία των Σουλιωτισσών και το σχετικό μνημείο που βρίσκεται στο Ζάλογγο, πρόταση που ήδη έχουμε καταθέσει με αφορμή τη δημοσίευση του σχετικού φωτογραφικού υλικού που ψηφιοποίησε η υπηρεσία μας.
Οι παραπάνω σκέψεις και δράσεις αφορούν όλους τους δήμους του νομού Πρέβεζας. Στη συνέχεια θα αναφέρω κάποιες προτάσεις που αφορούν αποκλειστικά στο Δήμο Πρέβεζας.
Η πρώτη από αυτές αφορά στην ενίσχυση και αναβάθμιση των κτιριακών υποδομών των ΓΑΚ Πρέβεζας και της Δημοτικής Βιβλιοθήκης που αποτελούν τον δημόσιο και δημοτικό φορέα αντίστοιχα που υποστηρίζουν την ιστορική έρευνα στην πόλη. Η πρόταση αυτή μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο του σχεδιασμού δράσεων με προοπτική το μέλλον της πόλης, σύμφωνα και με τη στοχοθεσία της Επιτροπής 2021. Μιλώντας ειδικότερα για τα ΓΑΚ Πρέβεζας, θυμίζω ότι στεγάζονται σε μισθωμένο διαμέρισμα 100 περίπου τετραγωνικών μέτρων, γεγονός που δεν επιτρέπει την πλήρη ανάπτυξη των αρχειακών και άλλων συλλογών μας και κυρίως, δεν μας δίνει τη δυνατότητα για πραγματοποίηση περιοδικών εκθέσεων αρχειακού υλικού ή εκπαιδευτικών προγραμμάτων σχετικά με την ιστορία της Πρέβεζας, που θα απευθύνονται σε μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η μεταφορά της υπηρεσίας σε ένα κατάλληλο δημόσιο ή δημοτικό κτίριο θα έδινε την δυνατότητα στην υπηρεσία να αναπτύξει τη δράση της και στους παραπάνω τομείς (εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα) συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην διάχυση της ιστορικής γνώσης τόσο στην κοινωνία εν γένει, όσο και ειδικότερα, στη μαθητιώσα νεολαία της πόλης.
Κάνοντας λόγο για μαθητιώσα νεολαία, θα ήθελα να κοινοποιήσω εδώ και τις σκέψεις μου πάνω σε μια πρόταση που κατατέθηκε από την Ένωση Γονέων και Κηδεμόνων της πόλης στην Επιτροπή Διαβούλευσης και αφορά στη διδασκαλία της τοπικής ιστορίας. Παραπλήσιες σκέψεις και προτάσεις, αλλά πάντα στην ίδια λογική, (πχ συγγραφή – έκδοση εγχειριδίου τοπικής ιστορίας) έχουν κατατεθεί και από άλλους φορείς, όπως είμαι σε θέση να γνωρίζω. Πρόκειται για προτάσεις που κινούνται στη σωστή κατεύθυνση και που θα άλλαζαν και τη σχέση των νέων με την πόλη, κάνοντας τους πιο συνειδητοποιημένους κατοίκους και πολίτες, με σεβασμό στα μνημεία και την ιστορία της. Ωστόσο, για να διδαχθεί ή, πρώτα από όλα, για να γραφτεί η τοπική ιστορία, απαιτείται έρευνα σε τομείς και περιόδους για τις οποίες οι γνώσεις μας δεν είναι ακόμα πλήρεις. Επανέρχεται λοιπόν επιτακτικά το ζήτημα που αρχικά έθεσα, δηλαδή η κινητοποίηση ερευνητών προκειμένου να μελετηθεί η τοπική ιστορία και να έρθουν στο φως άγνωστες πτυχές της.
Αυτή η διαδικασία είναι απαραίτητη όχι μόνο για τη συγγραφή κάποιου εγχειριδίου και τη μετέπειτα διδασκαλία του στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αλλά και για την υποστήριξη του μεγαλόπνοου σχεδίου ίδρυσης και λειτουργίας ενός Μουσείου Πόλης, που επανέφερε ως πρόταση ο «Πολιτιστικός Σύλλογος Πρέβεζας». Η πρόταση αυτή με βρίσκει σύμφωνο και τα ΓΑΚ Πρέβεζας θα βοηθήσουν όπως μπορούν στην υλοποίηση της.
Τελειώνοντας, αν και είναι άκομψο να επικαλείται κανείς την επιστημονική και επαγγελματική του ιδιότητα, ευελπιστώ ότι το παρόν κείμενο, που αποτελεί προϊόν 10χρονής επαγγελματικής εμπειρίας στα ΓΑΚ Πρέβεζας αλλά και μακρόχρονης θητείας στο χώρο της ιστορικής επιστήμης, θα προβληματίσει τόσο την τοπική κοινωνία όσο και τους τοπικούς φορείς που πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις. Η συγκυρία είναι ευνοϊκή. Ας μην χάσουμε (και) αυτήν την ευκαιρία.