Ακολουθήστε μας στο VIBER για να λαμβάνετε σε πραγματικό χρόνο τις αναρτήσεις μας.

https://invite.viber.com/?g2=AQAhvsW7isOUdlCEkVCqv7YorRka1dt%2FMmmYsdlj%2BHNRIl0RiuqqmD4CiLD5s2SY

Όποτε θέλετε μπορείτε να αποχωρίσετε (αν και δεν το θέλουμε).

Γράμμα στον παππού και στη γιαγιά…

Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος

Αγαπημένοι μου παππού και γιαγιά.
Ελπίζω εκεί ψηλά, που αναπαύεται η κουρασμένη ψυχή σας, να λάβετε αυτό το πονεμένο γράμμα μου. Το περιεχόμενο του γράμματος είναι, το γνωρίζετε, κομμάτι του εαυτού μου. Πιστεύω πως θα το διαβάσετε, γιατί για σας ήμουν κάτι ιδιαίτερο. Ήμουν αυτός, που αναθρέψατε και μεγαλώσατε με μεγάλες δυσκολίες.

Κοιτώ, εδώ, στον τόσο γνώριμο και αγαπημένο  χώρο του σπιτιού σας και σας ψάχνω. Και μερικές φορές νομίζω (ψευδαίσθηση νάναι;) πως σας βλέπω με τα μάτια μου. Λεπτούς, με ρυτιδιασμένα πρόσωπα και άσπρα μαλλιά. Άλλες φορές  μου έρχονται στο μυαλό οι ατέλειωτες εκείνες ώρες, που έζησα μαζί τους. Πόσο μου λείπουν αυτές οι στιγμές…Ποτέ, όμως, δεν σας έδειξα πόσο σας αγαπούσα. Τώρα, από εκεί ψηλά, που αναπαύεσθε και με κοιτάζετε, θέλω να πιστεύω ότι έχετε καταλάβει πλέον τα αισθήματά μου.

Αγαπημένοι μου παππού και γιαγιά…Πριν κάμποσα χρόνια, λίγο πριν φύγετε, σταθήκαμε ο ένας απέναντι στον άλλον. Δεν είπαμε τίποτα. Και όμως είπαμε σιωπηρά τόσα πολλά… Όχι με τα χείλη, αλλά με την καρδιά μας. Μια πολυσήμαντη σιωπή κυριάρχησε, μέσα στην οποία ανταλλάχθηκαν μεταξύ μας πολύτιμα μηνύματα. Αυτές τις συγκλονιστικές στιγμές, το αυλακωμένα πρόσωπά σας μου έφεραν στο μυαλό πάμπολλες αναμνήσεις.

Θυμήθηκα, το θυμάμαι και τώρα, να τρώμε μπροστά στο τζάκι, οι τρεις μας. Και να τυλίγω τα χέρια μου ολόγυρά σας και να ακουμπώ με περισσή λατρεία το παιδιάτικο πρόσωπό μου στο σκαμμένο δικό σας. Και ήταν σκαμμένο το πρόσωπό σας, γιατί πάνω του ξεσπούσαν μανιασμένα ο χρόνος, ο πόνος, ο κάματος, το ξεροβόρια και τα λιοπύρια. Τι αγαλλίαση, τι πρωτόγνωρη ζεστασιά ένιωθα στα γόνατά σας.

Θυμήθηκα την αγάπη σας, την ακούραστη και απλόχερη αγάπη σας, με την οποία πάντα με στηρίζατε. Και στα εύκολα, αλλά προπαντός στα δύσκολα.

Θυμήθηκα πως μου διαθέτατε με ευχαρίστηση, χρήματα από τη σύνταξή σας, για να εκδίδω, όταν ήμουν μαθητής στο Γυμνάσιο, μια εφημεριδούλα.

Θυμήθηκα πως με περιμένατε χαμογελαστοί και με στρωμένο το τραπέζι, όταν γύριζα από το σχολείο. Σας κοίταζα και έβλεπα θησαυρούς πάνω σας, τη στοργή και την καλοσύνη σας, που δεν είχαν όρια.

Θυμήθηκα τις καθημερινές και ανθρώπινες περιπέτειές σας. Την αντίστασή σας στην κάθε λογής αντίξοη στιγμή. Τη γενναία ψυχική σας στάση, μέσα στη φουρτούνα τη ένδειας και της αγωνίας. Τα βάσανα αντί να σας σκληρύνουν, σας έκαναν δυνατούς και ευαίσθητους.

Αγαπημένοι μου παππού και γιαγιά…Αιωνία σας η μνήμη, γιατί έζησα κοντά σας και σε σας βρήκα τη γνήσια συμπαραστάτη στην δύσβατη πορεία της ζωής.

Αιωνία σας η μνήμη, γιατί σηκώσατε το φορτίο των ιδιοτροπιών μου. Πονέσατε για τα λάθη μου. Κλάψατε για τις πτώσεις μου. Αφουγκραστήκατε τους αναστεναγμούς της ψυχής μου. Γίνατε μάρτυρας των δακρύων μου. Ακούσατε τους πόθους και τα όνειρά μου. Στάξατε το βάλσαμο της παρηγοριάς μέσα μου.

Αιωνία σας η μνήμη, γιατί είχατε καρδιά διάπλατη, που χωρούσε όλα τα αισθήματα και όλους τους ανθρώπους. Ξέρατε να αγαπάτε αληθινά, ειλικρινά και ανυστερόβουλα. Ν’ αγαπάτε ακόμη και αυτούς, που σας αδίκησαν και σας πίκραναν και σας κατηγορούσαν. Δίνατε την αγάπη σας. Με λεπτότητα και διάκριση, αλλά και με θερμότητα και χωρίς φειδώ.

Αιωνία σας η μνήμη, γιατί μου διδάξατε το μεγαλύτερο μάθημα, το μάθημα της υπομονής.

Αγαπημένοι μου παππού και γιαγιά…Η αναπόληση της γλυκιάς θωριάς σας κάνει μια νοσταλγία να αργοκυλάει  στο αίμα μου και την καρδιά μου να σπαράσσει. Σας υπόσχομαι πως η ανάμνησή σας θα μ’ ακολουθεί ως τη στερνή μου ώρα… Η φωνή σας θα μου φέρνει πάντα την ηχώ της καλοσύνης σας και των ευεργεσιών σας και θα μου δίνει δύναμη να ζω.

Αγαπημένοι μου παππού και γιαγιά…Στο κοιμητήρι κοιμόσαστε. Και όμως χθες μου φαίνεται πως ήταν, που μου συμπαραστεκόσασταν, που μου χαμογελούσατε, που μου μιλούσατε.  Χθες ήταν, που με προστατεύατε.  Χθες ήταν που…

 Αξεθώριαστη η μνήμη σας, λιτό το μνήμα σας, αθόρυβος ο περίγυρος. Ξαφνικά ξεσπά σαν βροντή το ψιθύρισμά σας στην πονεμένη καρδιά μου. «Είμαστε κοντά σου…». Ευχαριστώ, ευχαριστώ  παππού και γιαγιά. Θα σας κουβαλάω πάντοτε μέσα μου, ως ακριβή κληρονομιά μου.