Το ποσό των 10920 ευρώ αποτελεί την βάση του τεκμαρτού φορολογικού εισοδήματος και αυτό το ποσό αυξάνεται και με βάση τα χρόνια που κάποιος ασκεί το επάγγελμα και με το αν έχει υπαλλήλους και ανάλογα με τον τζίρο τους. Και το τεκμαρτό φορολογικό εισόδημα μπορεί να φτάσει και τα 50.000 ευρώ.
Πώς όμως προσδιορίζεται το ελάχιστο ποσό , βάσει της οποίας θα φορολογείται ο επιτηδευματίας;
Ξεκινώντας από όσους ασκούν το επάγγελμα για λιγότερα από 4 έτη δεν θα ισχύει κανένα ελάχιστο όριο φορολογητέου εισοδήματος βάσει του νέου συστήματος.
Από το 4ο έτος λειτουργίας θα ισχύει ελάχιστο όριο φορολογητέου εισοδήματος μειωμένο κατά 67% σε σύγκριση με το ποσό των 10.920 ευρώ, δηλαδή ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα 3.620 ευρώ.
Στο 5ο έτος λειτουργίας θα ισχύει ελάχιστο όριο φορολογητέου εισοδήματος μειωμένο κατά 33% σε σύγκριση με το ποσό των 10.920 ευρώ, δηλαδή 7.280 ευρώ.
Για όσους ασκούν το επάγγελμα για περισσότερα από 6 και μέχρι 9 έτη, το ελάχιστο ποσό ετησίου φορολογητέου εισοδήματος των 10.920 ευρώ θα υπολογίζεται προσαυξημένο κατά 10%, δηλαδή θα ανέρχεται σε 12.012 ευρώ.
Για όσους ασκούν το επάγγελμα για περισσότερα από 9 και μέχρι 12 έτη, το ποσό των 10.920 ευρώ θα προσαυξάνεται κατά 20% και θα διαμορφώνεται στα 13.104 ευρώ.
Για όσους ασκούν το επάγγελμα για περισσότερα από 12 έτη, το ποσό των 10.920 ευρώ θα προσαυξάνεται κατά 30% και θα διαμορφώνεται στα 14.196 ευρώ
Στην τελική διαμόρφωση όμως του ποσού βάσει του οποίου θα προκύπτει και ο φόρος θα παίζει ρόλο και τα αν έχει υπαλλήλους ο επαγγελματίας, όταν και το εκάστοτε ισχύον ποσό ελάχιστης αμοιβής, θα συγκρίνεται με το ποσό του ανώτερου ετήσιου μισθού που καταβάλλεται στο προσωπικό.
Το ποσό σύγκρισης δεν θα μπορεί να είναι υψηλότερο των 30.000 ευρώ.
Όποιο από τα δύο ποσά είναι μεγαλύτερο θα λαμβάνεται αυτό υπόψη ως ελάχιστη αμοιβή για τον περαιτέρω αντικειμενικό προσδιορισμό του ετησίου φορολογητέου εισοδήματος.
Η ελάχιστη αμοιβή, όπως αυτή θα διαμορφώνεται με βάση τη σύγκριση, θα προσαυξάνεται περαιτέρω με 2 τρόπους, σωρευτικά:
- κατά το 10% του ετήσιου κόστους μισθοδοσίας του προσωπικού (στο οποίο περιλαμβάνονται μισθοί, εργοδοτικές εισφορές, παροχές σε είδος) της επιχείρησης, με ανώτατο όριο προσαύξησης τις 15.000 ευρώ.
- κατά 35% έως 100% όταν ο ετήσιος τζίρος του αυτοαπασχολούμενου είναι σημαντικά μεγαλύτερος από τον μέσο όρο του ετήσιου τζίρου του Κωδικού Αριθμού Δραστηριότητας (ΚΑΔ).
Συγκεκριμένα, η προσαύξηση θα ανέρχεται σε:
- 35% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 100%του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων,
- 70% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 150%του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων,
- 100% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 200%του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων.
Το ανώτατο όριο στο οποίο θα μπορεί να φθάσει το αντικειμενικά προσδιοριζόμενο με το νέο αυτό σύστημα φορολογητέο εισόδημα είναι τα 50.000 ευρώ. Ο φόρος εισοδήματος που αναλογεί στο ποσό αυτό ανέρχεται σε13.900 ευρώ.
Έτσι, ακόμη και αν δηλώσει λιγότερα κέρδη ο υπόχρεος, ο φόρος θα υπολογιστεί επί του ελάχιστου ποσού που θα ορίζει η μέθοδος του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Τι μπορεί να κάνει μετά ο ελεύθερος επαγγελματίας, αν τα πραγματικά του εισοδήματα είναι χαμηλότερα από τα τεκμαρτά και πως μπορεί να αποφύγει το «χαράτσι»; Θα πρέπει να το αποδείξει ο ίδιος στην Εφορία ξεκινώντας έναν κύκλο διοικητικών και δικαστικών προσφυγών, με αβέβαιο αποτέλεσμα.
Η αμφισβήτηση του φόρου, λοιπόν, που θα καταλογίσει η ΑΑΔΕ με το εκκαθαριστικό του 2024, μπορεί να αμφισβητηθεί, καθώς είναι «μαχητός» ο τρόπος υπολογισμού, αλλά υπό ορισμένες ειδικές προϋποθέσεις. Ο φορολογούμενος θα πρέπει να αποδείξει με βάση πραγματικά στοιχεία ότι τα κέρδη του ήταν λιγότερα.
Ένα από αυτά τα πραγματικά στοιχεία, είναι οι λόγοι «ανωτέρας βίας»: Οι λόγοι όμως που αναγνωρίζει το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών είναι περιορισμένοι και συγκεκριμένοι, καθώς σε αυτούς εντάσσει τους υπηρετούντες τη στρατιωτική τους θητεία, τη νοσηλεία, τα πλήγμα από θεομηνίες κ.λπ.
Όπως και να έχει αρχικά ο φορολογούμενος, θα πρέπει να προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, και κατόπιν εάν εκδοθεί απορριπτική απόφαση, τότε ο φορολογούμενος θα μπορεί να προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια, ελπίζοντας σε δικαίωση.
Να σημειωθεί ακόμη πως προβλέπεται μείωση κατά 50% της ελάχιστης αμοιβής και έκπτωση φόρου στις εξής περιπτώσεις:
- Στους ελεύθερους επαγγελματίες με αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80%.
- Σε εκείνους που ασκούν δραστηριότητα και έχουν την κύρια κατοικία τους σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά κάτω από 3.100 κατοίκους.