Αφιέρωμα: Ι.Μ. Βύλιζας Ματσουκίου
Της Κωνσταντίνας Ζήδρου (αρχαιολόγος)
Καθ’ όλη τη διάρκεια των δύσκολων χρόνων της μακραίωνης οθωμανικής κυριαρχίας, οι Τζουμερκιώτες διακατέχονταν από ένα βαθύ θρησκευτικό αίσθημα και αντιμετώπιζαν τις δυσχέρειες, τόσο του ορεινού και δυσπρόσιτου τόπου τους όσο και εκείνες που προέρχονταν από τους κατακτητές, πρωτίστως με γνώμονα τον Θεό. Η βαθιά τους πίστη είχε ως αποτέλεσμα την ανέγερση πληθώρας μονών και ναών εντός των χωριών αλλά και σε σημεία απόμερα, επάνω στις ράχες των ορεινών όγκων. Επιπλέον, η απομόνωση εξαιτίας της γεωγραφικής τους θέσης, όπως και η σχετική αυτονομία που είχε παραχωρηθεί από τους κατακτητές, ευνόησαν την ανοικοδόμηση εκκλησιαστικών μνημείων.
Ένα από τα πολυάριθμα εκκλησιαστικά μνημεία της περιοχής των Τζουμέρκων είναι και η Ι.Μ. Βύλιζας. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο και πολύ σημαντικό μνημείο. Βρίσκεται περίπου 2 χλμ. δυτικά του χωριού Ματσούκι, σε μία δασώδη πλαγιά του όρους Κριθάρια, σε υψόμετρο 1050 μ., στο χείλος ενός απότομου γκρεμού, στο βάθος του οποίου ενώνονται τρεις παραπόταμοι του Αράχθου. Το τοπωνύμιο Βύλιζα προέρχεται από τη λατινική λέξη vigilo που σημαίνει φυλάττω, αγρυπνώ, αντίστοιχα (α)βέγκλιου στη βλαχική γλώσσα. Παράλληλα, υποδηλώνει τη στρατηγικής σημασίας θέση αλλά και την ύπαρξη προεγενέστερου, πιθανώς αρχαίου οικισμού, σύμφωνα και με τη μαρτυρία του Άγγλου περιηγητή W.M. Leake, ο οποίος και είδε έναν αντίστοιχο περίβολο.
Από το συγκρότημα της Μονής σώζεται το καθολικό, αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, το παρεκκλήσι της Αγίας Κυριακής στη βόρεια πλευρά του νάρθηκα, ένα ακόμη παρεκκλήσι αφιερωμένο στη Γέννηση του Τιμίου Προδρόμου, ο ξενώνας, αποθηκευτικοί χώροι και η τράπεζα στη βόρεια πλευρά και αντίστοιχα τα κελιά στη νότια. Ευρύχωρο πλακόστρωτο αίθριο διευκολύνει την πρόσβαση στο σύνολο των οικοδομημάτων, ενώ η εικόνα ολοκληρώνεται με την ύπαρξη μιας δεξαμενής ύδατος.
Αν και η παράδοση αναφέρει ότι η Μονή ιδρύθηκε κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο και πιο συγκεκριμένα κατά τον 11ο αι., ωστόσο τα αρχαιολογικά δεδομένα οδηγούν στη χρονολόγησή της κατά τη μεταβυζαντινή εποχή. Πιο συγκεκριμένα, το καθολικό, κτισμένο στον αρχιτεκτονικό τύπο της μονόκλιτης βασιλικής, ανακαινίστηκε το 1783, σύμφωνα με επιγραφή στην αψίδα του ιερού. Ο νάρθηκας θεωρείται σύγχρονος με το καθολικό, ενώ μεταγενέστερη προσθήκη ο εξωνάρθηκας. Στο εσωτερικό του κυρίως ναού, δεσπόζουν οι τοιχογραφίες του 1793, δια χειρός Κωνσταντίνου και Στεργίου των ιερέων, σύμφωνα με επιγραφή στο εσωτερικό δυτικό υπέρθυρο. Ιδιαίτερη μνεία οφείλει να γίνει στις φορητές εικόνες, στις δεσποτικές εικόνες του τέμπλου και στο αναλόγιο του 1695. Οι τοιχογραφίες του νάρθηκα ανήκουν στον 17ο αι. ή το πρώτο μισό του 18ου αι. Αντίστοιχα, η λαϊκότροπη σκηνή της Δευτέρας Παρουσίας, στην ανατολική πλευρά, τοποθετείται επίσης στον 18ο αι. Τέλος, οι τοιχογραφίες στο παρεκκλήσι του Τιμίου Προδρόμου ανάγονται στο έτος 1737 και αποδίδονται στους αυτάδελφους Γεώργιο και Στέργιο από τους Καλλαρύτες.
Η Ι.Μ. Βύλιζας διέθετε, την περίοδο λειτουργίας της, μία πλούσια και αξιόλογη βιβλιοθήκη, με σημαντικό αριθμό χειρογράφων, μεγάλη περιουσία, αποτελώντας παράλληλα και εξέχων πνευματικό κέντρο. Είναι χαρακτηριστική της δύναμης, του πλούτου και της επιρροής της η προσφορά 175 ενετικών φλουριών, από τον πρώτο γνωστό ηγούμενο, τον Αγάπιο, για την ανέγερση της περίφημης γέφυρας Παπαστάθη στον Άραχθο.
Ωστόσο, μετά τη διάλυση της Μονής, το 1893, τόσο η βιβλιοθήκη όσο και το συγκρότημα περιέπεσαν σε παρακμή. Σήμερα, υπάγεται ως μετόχι στην Ι.Μ. Κάτω Παναγιάς Άρτας. Ευτυχώς, τις τελευταίες δεκαετίες η δραστήρια και ακάματη εκκλησιαστική επιτροπή έχει συμβάλλει τα μέγιστα στις πολύπλευρες προσπάθειες αποκατάστασης και ανάδειξής της, επαναφέροντας σταδιακά τη χαμένη αίγλη και τη σημασία της.