Ακολουθήστε μας στο VIBER για να λαμβάνετε σε πραγματικό χρόνο τις αναρτήσεις μας.

https://invite.viber.com/?g2=AQAhvsW7isOUdlCEkVCqv7YorRka1dt%2FMmmYsdlj%2BHNRIl0RiuqqmD4CiLD5s2SY

Όποτε θέλετε μπορείτε να αποχωρίσετε (αν και δεν το θέλουμε).

ΒΑΓΕΝΕΤΙΑ μια ετυμολογική προσέγγιση

ΒΑΓΕΝΕΤΙΑ μια ετυμολογική προσέγγιση

του Μιχάλη Πασιάκου (Η ομιλία στο Διεθνές Αρχαιολογικό και Ιστορικό Συνέδριο για τη Θεσπρωτία)

από τον 10ο πίνακα του Πτολεμαίου (Μονή Βατοπεδίου 10ος αιώνας)Κυρίες και κύριοι
Θέλω να σας επισημάνω από την αρχή, ότι η ανακοίνωση αυτή, δεν είναι ούτε ιστορική, ούτε αρχαιολογική. Όπως ακριβώς προαναγγέλλει ο τίτλος «ΒΑΓΕΝΕΤΙΑ μια ετυμολογική προσέγγιση», είναι καθαρά ετυμολογική και με την ετυμολογία, ποτέ κανείς δεν πρέπει να αισθάνεται σιγουριά, εκτός αν ακολουθήσει τις συμβουλές τριών λαών:
Των Ιταλών, που λένε ότι ακόμα κι αν δεν είναι αληθινό, πάντως κατασκευάστηκε ωραία!
Των Ελλήνων, που λένε ότι αν η φαντασία δεν συμφωνεί με την πραγματικότητα, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα και τέλος των Αμερικανών που διακηρύσσουν: Μην αφήσεις την πραγματικότητα να σου χαλάσει ένα καλό σενάριο.
Μπορούμε λοιπόν, με βοηθό την ετυμολογία να βοηθήσουμε την αρχαιολογική και την ιστορική έρευνα; Μην ξεχνάμε ότι ολόκληρο το οικοδόμημα του Ινδοευρωπαϊκού πολιτισμού δεν στηρίζεται σε ευρήματα ή ιστορικά δεδομένα, αλλά μόνο σε συμπεράσματα, αμιγώς γλωσσολογικά. Μπορούμε με άνεση να κατασκευάσουμε ένα ολόκληρο οικοδόμημα και στο τέλος, παρότι ο καθένας θα έχει προσθέσει έναν όροφο, αυτό να καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω τα παραπάνω με ένα ετυμολογικό παράδειγμα:
Η περιοχή της Θεσπρωτίας, για μισή χιλιετία περίπου ονομάζονταν Τσαμουριά. Η συντριπτική πλειοψηφία των ερευνητών, αρχαιολόγων, ιστορικών, γλωσσολόγων (σ’ αυτούς τους τελευταίους περιλαμβάνεται και ο Μπαμπινιώτης) υποστηρίζουν, ότι το όνομα προήλθε από τον αρχαίο ποταμό Θύαμη: Θυαμουριά>Τσαμουριά.
Προϋποθέτουν όμως, ότι υπήρξε μια εντελώς αμάρτυρη «Θυαμουρία».
Η Θυαμουρία όμως αυτή, πρέπει να παραγκωνίσει την εντελώς μαρτυρημένη –και μαρτυρική μ’ όλα αυτά που τραβάει- περιοχή, τη μεσαιωνική Βαγενετία για να βρει γεωγραφικό και ιστορικό χώρο να υπάρξει.
Αν πιστέψουμε τους σαράντα περίπου –τόσους άντεξα να καταμετρήσω- υποστηριχτές της θεωρίας, τότε η Βαγενετία δεν υπήρξε, κι εγώ μένω χωρίς θέμα απόψε…
Αν όμως παραμερίσουμε τον Θύαμη, που στο κάτω-κάτω την εποχή της μετονομασίας είχε ονομαστεί κι αυτός Καλαμάς, τότε θα δούμε και τα δυό άλλα ποτάμια της περιοχής: Τον Παύλα στην Αλβανία και τον Αχέροντα κάτω στο νότο.
Γιατί άραγε, η περιοχή δίπλα στον Αχέροντα, πολύ μακριά από τον Θύαμη να ονομαστεί Θυαμουρία; Το ίδιο κι η περιοχή του ποταμού Παύλα; Άρα θα πρέπει να αναζητήσουμε ένα διαφορετικό έτυμο: Τι κοινό έχουν ο Παύλας, ο Καλαμάς κι ο Αχέροντας;
Κουβαλάνε πολύ λάσπη. Λάσπη από πηλό.
Κι αυτό έβλεπαν οι αρχαίοι, όταν ονόμασαν την περιοχή του Βουθρωτού «Πηλώδη Λιμένα», αυτό έβλεπαν κι οι Βυζαντινοί κι ονόμασαν την περιοχή στις εκβολές του Καλαμά, «Κακόν Πηλόν».
Κι ο Μαυροπόταμος κάτω στο νότο, απ’ τα θολά και λασπωμένα του νερά πήρε το καινούριο του όνομα, χάνοντας την πανάρχαια ονομασία Αχέρων (που πάλι κάτι με το νερό είχε να κάνει, κι όχι με τα «άχεα» που «έρρεε».
Απόδειξη, ότι και τους τρεις αυτούς ποταμούς, αναγκάστηκαν να τους εκτρέψουν οι νεώτεροι, για να γλυτώσουν από τις πλημμύρες και τις λάσπες που κατέβαζαν. Σε τεχνητά δέλτα εκβάλουν στη θάλασσα σήμερα και ο Παύλας και ο Καλαμάς και ο Αχέρων.
Είναι λοιπόν φυσικό, όταν ήρθαν οι Οθωμανοί Τούρκοι κι αντίκρισαν γύρω στα 1431 μιν απέραντη λασπουριά, να ονόμασαν την περιοχή «Τσιαμούρ» λάσπη.
Αν αυτή η λάσπη έδωσε την ονομασία στην Τσιαμουριά κι όχι ο ξεχασμένος Θύαμις (τόσο ξεχασμένος που ο λόρδος Μπάυρον τον μπέρδευε με τον Αχέροντα) με την υποτιθέμενη Θυαμουρία, τότε μένει χώρος για την Βαγενετία και μπορώ να συνεχίσω…
(Βαγενετία αβέβαια συνέχισαν να αποκλούν την περιοχή οι Οθωμανοί για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την κατάκτηση. Έτσι τη βρίσκουμε στους πρώτους φορολογικούς καταλόγους του 1431 μέχρι και του 1490 ως «βιλαέτι Viyanite».
Αφού δώσαμε μιαν άλλη κατεύθυνση στην ετυμολόγηση της Τσαμουριάς, ας δούμε τώρα και την Βαγενετία. Γιατί η αρχαία Θεσπρωτία, μετονομάστηκε σε Βαγενετία;
Ως γνωστόν, τα τοπωνύμια είναι ιερά ταμπού και δεν αλλάζουν εύκολα. Αν και η ελληνική πολιτεία, άλλαξε σχεδόν το σύνολο των οικωνυμίων των χωριών και των πόλεων, οι κάτοικοι συνεχίζουν, παρά τις αρχικές κυρώσεις, να τα αποκαλούν με τα παλιά τους ονόματα.
Αν κάποιοι από τους σύνεδρους θέλουν να επισκεφτούν την Αγία Κυριακή για παράδειγμα, πρέπει να ρωτήσουν για το Πόποβο, κι αν θέλουν να πάνε στην Αμπελώνα, πρέπει να ξέρουν την Πόβλα.
Γιατί όμως άλλαξε η Θεσπρωτία; Γιατί άλλαξαν όλα αυτά τα αρχαία ονόματα; Γιατί τα Γίτανα έγιναν Γκούμανη, η Ελέα Βέλιανη, η Φανοτή Ντόλιανη κι ο Θύαμις Καλαμάς;
Γιατί δίπλα στα αρχαία ονόματα που έζησαν χιλιετίες, άρχισαν να ξεφυτρώνουν ονόματα χωριών όπως Κοσοβίτσα, Λίμποβο, Αβαρίτσα, Λαμπανίτσα;
Διότι, όπως είναι γνωστό, ένας καινούριος λαός, της ίδιας ινδοευρωπαϊκής οικογένειας, αλλά μακρινός συγγενής, εμφανίστηκε τον 7ο αιώνα: Οι Σλάβοι.
Στην περιοχή της Θεσπρωτίας, τουλάχιστον 90 οικωνύμια πρέπει να έχουν σλαβική προέλευση. Δεν μιλάμε φυσικά για τα εκατοντάδες μικροτοπωνύμια, ούτε εξετάζουμε συνολικά τη μεσαιωνική Βαγενετία, αλλά μόνο την περιοχή της που κάλυπτε ο σημερινός νομός Θεσπρωτίας.
Οι Ρωμιοί κλείστηκαν στα κάστρα του Ιουστινιανού κι ύστερα τα εγκατέλειψαν κι αυτά. Σίγουρα, σεν χάθηκαν, απόδειξη ότι κατάφεραν με τον καιρό να εξελληνίσουν γλωσσικά τους Σλάβους. Όμως τα σλαβικά μικροτοπωνύμια από τη μια άκρη της Θεσπρωτίας ως την άλλη, μαρτυρούν την παρουσία των Σλάβων από τις πιο δύσβατες περιοχές όπως το Ντριάνοβο, μέχρι της εύπορες κι εύκολα προσβάσιμες, όπως το Ράι κάτω στον κάμπο.
Οι νέοι κάτοικοι, έδωσαν τα ονόματα της μακρινής τους πατρίδας στην καινούρια. Έτσι, περνώντας από το έρημο θέατρο των Γιτάνων, είδανε με έκπληξη την κυκλική ορχήστρα.
Φυσικά την πέρασαν για τεράστιο αλώνι. Τι άλλο θα μπορούσε να υποθέσει ένας λαός γεωργών; Πού να πήγαινε το μυαλό τους σε θεατρικές παραστάσεις, σε κωμωδίες και τραγωδίες; Ένας λαός ο οποίος τη «συνάθροιση» την ταύτιζε με το «βγαίνω στο κατώφλι της καλύβας»; Έτσι τα Γίτανα έγιναν Γκούμανη, αλώνι. Κι όταν οι κάτοικοι απ’ τη Γκούμανη ήρθαν στο μεγάλο φυσικό λιμάνι της Θεσπρωτίας, το ονόμασαν Γκουμανίτσα και με τον καιρό, προέκυψε η Γουμενίτσα. Το «Η» που της πρόσθεσαν αργότερα, την έκανε μια ωραία μικρή…ηγουμένη, ενός φανταστικού μοναστηριού…
Όταν οι Σλάβοι έφτασαν στη Φανοτή κι αντίκρισαν την κοιλαδα του Καλαμά κάτω στα πόδια τους, ονόμασαν την περιοχή Ντόλιανη, «οι άνθρωποι της κοιλάδας».
Κι από κοντά το Λίμποβο του Ευειδούς η Κωστάνα με τις καστανιές της (κι όχι με τη γριά Κώσταινα) κι η Λαμπανίτσα με τους Αρβανίτες της. (Προσέξτε αυτούς τους πρώιμους Αλβανούς της Αλβανίτσας –Λαμπανίτσας, γιατί θα τους χρειαστούμε αργότερα).
Κι ο ποταμός Καλαμάς; Πως και δεν άλλαξαν οι Σλάβοι το Θύαμη αλλά οι τρομοκρατημένοι, κυνηγημένοι κι εντελώς εγκαταλειμμένοι από την κεντρική διοίκηση στη μακρινή Κωνσταντινούπολη, ελληνόφωνοι βρήκαν το κουράγιο ν’ αλλάξουν το πανάρχαιο όνομα μ’ ένα καινούριο;
Τι σημαίνει Καλαμάς; Είναι προφανές ότι όλοι θα απαντήσουμε, ο «Καλαμιάς» το ποτάμι με τα Καλάμια. Θα πρέπει λοιπόν ο Καλαμάς να είχε πλήθος από καλάμια, τόσα που να δικαιολογούν την διαφορά του από άλλους ποταμούς. Αν πιστέψουμε όμως τον Πουκεβίλ ο οποίος αναφέρει ότι δεν είδε καλάμια στην κοίτη του θα πρέπει να ψάξουμε τώρα για τα περίφημα καλάμια: Υπάρχουν μόνο στις πηγές στο Καλπάκι και στο καινούριο δέλτα. Λίγο δύσκολο να χαρακτηρίστηκε ένα τόσο μεγάλο ποτάμι από τα σχεδόν ανύπαρκτα καλάμια του. Αν ξαναγυρίσουμε στο παρελθόν, βλέπουμε ότι οι Σλάβοι αν και δεν άλλαξαν το κεντρικό τμήμα του Καλαμά, άλλαξαν τα ονόματα από όλους τους παραποτάμους του:
Ο Γορμός βγαίνει μέσα από τη βαθιά χαράδρα του βουνού, ο Σμολίτσας ακόμα κυλάει πίσσες, η Τύρια κυλάει τα ορμητικά της νερά σαν βόνασος, η Κοσοβίτσα κι η Λαγγάβιτσα, όλα μπορούν να εξηγηθούν με τη σλάβικη γλώσσα.
Μήπως λοιπόν εδώ πρέπει να ρισκάρουμε λίγο ετυμολογικά; Να θυμηθούμε το Βοϊδομάτη, που δεν είναι το μάτι του βοδιού, αλλά η μάνα του νερού (βοντά-ματ), εκεί που γεννιέται το νερό.
Μήπως (λέω μήπως) και στην περίπτωση του Καλαμά έχουμε πάλι να κάνουμε με τις λάσπες του πηλού που μας κυνηγάνε από την αρχή;
Ο «Πηλώδης λιμήν» κι ο «Κακός πηλός» που είδαν οι αρχαίοι, μήπως έκανε την ίδια εντύπωση και στους καινούριους κατακτητές;
Μήπως κι αυτοί αντίκρισαν ένα θολό λασπωμένο ποτάμι που κατέβαζε πηλό; Αν ήταν έτσι, θα τον ονόμαζαν «Καλά-ματ», μάνα του πηλού.
Αιώνες αργότερα, όταν ήρθαν οι Οθωμανοί Τούρκοι, ονόμασαν κι αυτοί την περιοχή Τσαμουριά-λασπουριά όπως είδαμε. Η ιστορία επαναλαμβάνεται…
Κι η Βαγενετία; Σλαβική ονομασία κι αυτή; Εδώ τα πράγματα αντιστρέφονται: Η συντριπτική πλειοψηφία των ερευνητών, έχει ξεκαθαρίσει ότι η Βαγενετία πήρε το όνομά της από το σλαβικό φύλλο των Βαϊουνιτών, το οποίο τον 7ο αιώνα, μαζί με άλλα σλαβικά φύλλα, πολιόρκησε τη Θεσσαλονίκη.
Κάποιος ιερωμένος πάνω στα τείχη, σ’ ένα συναξάρι «τα θαύματα του αγίου Δημητρίου» κατέγραψε τα σλαβικά φύλλα και τα άλλα τα «άπειρα έθνη» που τα ακολουθούσαν.
Βελεγηζήτες, Δρογοβήτες, Σαγουδάτοι, Βερζήτες. Κι οι περίφημοι Βαϊουνίτες.
Οι οποίοι, σύμφωνα με τη φαντασία των ερευνητών, γιατί προσέξτε, δεν αναφέρονται πουθενά αλλού εκτός από τα θαύματα, άφησαν τη Θεσσαλονίκη και τράβηξαν κατά τη μακρινή Θεσπρωτία, με σκοπό να δώσουν το όνομά τους σ’ αυτόν τον αρχαίο τόπο.
Η εισήγηση θα μπορούσε να κλείσει εδώ, κι όλοι να μείνουμε ευχαριστημένοι.
Όμως ο John Chadwich, ο άνθρωπος που έσπασε τους κωδικούς της γραμμικής Β΄ είχε γράψει: «…Ο ερευνητής, είναι υποχρεωμένος ν’ αποτολμήσει μια εικασία, να ριψοκινδυνέψει μια απίθανη υπόθεση…»
Πρώτος ο Βούλγαρος ακαδημαϊκός Vladimir Georgiev παρατήρησε ότι αυτό το άπαξ λεγόμενον Βαϊουνίτες, δεν αφορά κάποιο ενθωνύμιο. Απλά είναι το όνομα των πολεμιστών (vajъnit) με ελληνική κατάληξη. Όλοι ήταν πολεμιστές στην πολιορκία της Θεσσαλονίκης. Μερικοί όμως, όπως οι Γότθοι, δεν ήταν γεωργοί που έγιναν ευκαιριακά πολεμιστές. Ήταν επαγγελματίες μισθοφόροι. Αυτοί θα μπορούσα να ονομαστούν από τους άλλους σλάβους Βαϊουνίτες.
Ο σοφός σλαβολόγος, καθηγητής Φαίδων Μαλιγκούδης (θα μου επιτρέψετε να αφιερώσω αυτή τη φτωχή μελέτη στη μνήμη του) έγραψε: «Η υποτιθέμενη αυτή γλωσσική συγγένεια του “εθνωνυμίου” των θαυμάτων με το ηπειρωτικό τοπωνύμιο, αποτελεί μια από τις παρετυμολογίες εκείνες, που οδηγούν στην εξαγωγή συμπερασμάτων που απέχουν πολύ από την ιστορική πραγματικότητα…»
Ο Mayer, ο Vasmer, ο Μαλιγκούδης κι ο Κώστας Οικονόμου, θεωρούν ότι το όνομα είναι μεν σλαβικό, αλλά προέρχεται από το vagan το ξύλινο βαρέλι. Σεβαστή άποψη.
Ίσως όμως, θα πρέπει κι εδώ να κάνουμε το ετυμολογικό άλμα και να υπολογίσουμε, εκτός από τους Σλάβους, που έτσι κι αλλιώς είναι οι βασικοί ονοματοθέτες του θεσπρωτικού χώρου και κάποιους άλλους παλιούς κατοίκους της περιοχής:
Τους Αλβανούς.
Έχουμε συνηθίσει στη θεωρία ότι οι άνθρωποι αυτοί που πλημμύρισαν ξαφνικά την κεντρική Ελλάδα και αρκετά από τα νησιά της, ήρθαν από τη βόρεια και κεντρική Αλβανία. Αντίθετα, η αλβανική ιστοριογραφία τους θέλει βέρους Πελασγούς, που κατοικούσαν σ’ αυτό το χώρο πριν από την έλευση των Ελλήνων.
Όσο εμείς θα κρυβόμαστε πίσω από την αιγίδα των αρχαίων μας προγόνων, τόσο οι βόρειοι γείτονές μας, θα οραματίζονται δεσμούς αίματος με τους Πελασγούς τους Κάρες και τους Λέλεγες! Η αλήθεια φυσικά βρίσκεται κάπου στη μέση, ποδοπατημένη από τα θηρία που τσακώνονται.
Οι Αλβανοί, που ίσως ήταν μια σημαντική εθνότητα στην Ήπειρο, ίσως πρόλαβαν τους Σλάβους στη στροφή, κι έδωσαν το δικό τους όνομα στην περιοχή της Βαγενετίας. Ο Αθανάσιος Πετρίδης από το 1871 πρώτος υποστήριξε ότι η ονομασία της Βαγενετίας, προέρχεται «…εκ του Αλβανοπελασγικού «βάγεβέντ» (τόπος ελαίου), καθότι εξάγεται πολύ έλαιον εκ του τόπου τούτου, έχοντος πλήθος ελαιών…» Ο καθηγητής Ευάγγελος Πριώνης θεωρεί ότι προέρχεται συγκεκριμένα από την Αλβανική λέξη vaji-i πληθ. –a, “ελαιώνας”, Βαγινιτία >Βαγενητία.
Είναι φυσικό να υποθέσουμε ότι αυτή η παράλια περιοχή, από τη Χειμάρα ως τον Αχέροντα, έλαβε το όνομά της από τους ελαιώνες που την καλύπτουν στο μεγαλύτερο μέρος, παρά από τα βαγένια που θα ήταν δύσκολο να δώσουν το όνομά τους σε μια τόσο εκτεταμένη περιοχή.
Μέχρι όμως η αρχαιολογική σκαπάνη να πέσει πάνω σε μια επιγραφή που θα λύσει το θέμα ή σε κάποια ξεχασμένη βιβλιοθήκη να βρεθεί ένας κρυμμένος κώδικα, δεν μπορούμε, παρά να υποθέτουμε και να περιμένουμε…

Η φωτογραφία είναι από τον 10ο πίνακα του Πτολεμαίου (Μονή Βατοπεδίου 10ος αιώνας)

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.